κεφάλαιο 12

2.2K 250 21
                                    

Δάμος

Άκουσα τη πόρτα να ανοίγει και άνοιξα τα μάτια μου.
Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό μα δεν χρειάστηκε να τη δω για να την καταλάβω...
Η μυρωδιά της ήδη είχε γεμίσει το χώρο...

Έκλεισα πάλι τα μάτια μου και έκανα πως κοιμάμαι.
Ένιωσα το κρεββάτι να κουνιέται και έπειτα το σώμα της δίπλα μου.
Το χέρι της κουνιόταν πάνω από το σώμα μου και δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς έκανε,ώσπου ένιωσα το χέρι της να χαϊδεύει το στήθος μου και να κατεβαίνει.

Ήμουν τρομερά θυμωμένος με την αποψινή της απερισκεψία, στεκομουν στα σκοτεινά και ένιωθα τη ψυχή μου να καίγεται που εκείνος την ακουμπούσε με αυτό τον τρόπο,μα ήθελα να της δώσω ένα μάθημα.
Ίσως να το παρατραβηξα και λίγο αλλά ο Νέιτ την έσωσε εγκαίρως...

Άρπαξα το χέρι της και άναψα το λαμπατέρ στο κομοδίνο μου.

"Τι θέλεις εδώ;" Τη ρώτησα ενώ συνέχιζα να σφίγγω το χέρι της μέσα στη παλάμη μου.
Ήξερα πως την πονούσα,μα πρώτη φορά ένιωθα την ανάγκη να το κάνω αυτό σε γυναίκα...

Έγλυψε τα χείλη της ενώ τα μάτια της ήταν καρφωμένα στα δικά μου χείλη και με πλησίασε τόσο που μπορούσα να μυρίσω το αλκοόλ και να μεθύσω κι εγώ...
"Ροζαλία ήπιες;" Τη ρώτησα πιο πολύ για να πω κάτι και να απομακρυνθεί μα εκείνη έμεινε κολλημένη στο πρόσωπο μου.
Γαμώτο σου Ροζαλία,με πεθαίνει όταν το κάνει αυτό...
Θέλω να περάσω τον αντίχειρα μου πάνω από τα χείλη της και έπειτα να τα φιλήσω ώσπου να ματώσουν...
"Ροζαλία φύγε..." Της είπα γιατί άρχισα να φουντώνω κι αυτό μόνο σε καλό δεν μπορούσε να μας βγεί,μα εκείνη και πάλι δεν έπαιρνε τα μάτια της πο τα χείλη μου...
Διάολε...
Νιώθω τόση ανάγκη να μπω μέσα της...
Γαμώτο...

"Διώξε με..." Μου απάντησε προκλητικά πλησίασε κι άλλο σε σημείο που τα χείλη της σχεδόν ακούμπησαν τα δικά μου.

Πρέπει να μείνεις μακριά της... Μόνο κακό θα σου κάνει όλο αυτό... Επαναλάμβανα μέσα στο κεφάλι μου για να μην κάνω πράξη τα λόγια της,μα δεν είμαι Θεός,δεν μπορώ να κρατηθώ κοντά της.

"Δεν με σιχαίνεσαι πια;" Τη ρώτησα και άρχισα να παίζω το παιχνίδι της.

"Όχι." Μου απάντησε και το βλέμμα της μου έδειχνε πως λέει την αλήθεια.
Μα όλοι λέμε αλήθειες με το ποτό, νηφάλια θα το ένιωθε;

Την άρπαξα από τη μέση και τη ξάπλωσα στο κρεβάτι ενώ και αυτόματα ανέβηκα από πάνω της.
"Ούτε με φοβάσαι;" Τη ρώτησα και κόλλησα σχεδόν εγώ το πρόσωπο μου στο δικό της.
Αν άφηνα τον εαυτό μου ελεύθερο,θα την έκανα δική μου εκεί, επιτόπου.
Το ήθελε άλλωστε,τύλιξε τα πόδια της γύρω μου και πέρασε τα χέρια της μέσα από τα μαλλιά μου, σπρώχνοντας με πάνω της κι άλλο...

Σκοτεινός ΆγγελοςWhere stories live. Discover now