Κεφάλαιο 1

5.1K 347 56
                                    

  Νέα Υόρκη. Η καρδιά της Αμερικής. Σφύζει από ζωή, ακόμη και τα βράδια...Όχι, δεν είναι μόνο οι κλέφτες και οι απατεώνες που τριγυρνάνε. Είναι και άτομα απελπισμένα που ψάχνουν μες τη νύχτα να βρουν λίγη παρηγοριά, μήπως και είναι καλύτερη από το φως. Νέα Υόρκη... Ένα μέρος όμορφο γεμάτο ζωή , μα που μπορεί αν είσαι απρόσεχτος να μετατραπεί σε κόλαση της ζωής σου. Εγώ, ένα κορίτσι με άγνωστο παρελθόν, Αμάντα Τζόουνς στο όνομα, ήξερα λίγα γι' αυτή την πόλη,μέχρι που ήρθε η στιγμή να την γνωρίσω....

Αλήθεια, πώς της είχε καπνίσει της μαμάς να φύγουμε από την Πάρο και να πάμε να μείνουμε στην Αμερική,πλάι στον μπαμπά μου, με τον οποίο είχε χωρίσει εδώ και έντεκα περίπου χρόνια;Η ίδια έφερνε ως δικαιολογία τάχα μου ότι θα πηγαίναμε για να δω τον αδερφό μου και με την ευκαιρία θα γραφόμουν στο σχολείο που φοιτούσε ο ίδιος, για να ζήσω από κοντά τον τρόπο ζωής των μαθητών στην Αμερική...Όποιος και να ήταν ο πραγματικός λόγος που θα ταξιδεύαμε στην άλλη άκρη του κόσμου,δεν με πολυένοιαζε. Αυτό που μ'ενδιέφερε είναι ότι θα φοιτούσα σ'ένα από τα καλύτερα ιδιωτικά Λύκεια της Νέας Υόρκης,μαζί με τον αδερφούλη μου που τόσο πολύ μου είχε λείψει...

Αχ Άντριου...Ακόμα θυμόμουν τις ατέλειωτες βόλτες στην παραλία,τους τρελούς περιπάτους στο δάσος,τα βραδάκια σκαρφαλωμένοι οι δυο μας στον αγαπημένο μας βράχο, τις εξερευνήσεις στην σπηλιά....Δεν είχαμε καμιά σκοτούρα στα κεφάλια μας...Μέχρι που άρχισαν οι έντονοι τσακωμοί των γονιών μας,οι οποίοι είχαν ως αποτέλεσμα τον χωρισμό τους.Προσπαθούσαμε να βρούμε την αιτία γιατί μάλωναν τόσο άγρια, κι ας ήμουν εγώ μόνο πέντε κι αυτός μόνο έξι.Τελικά δεν την μάθαμε ποτέ...Ήμασταν τόσο μα τόσο κοντά στο όχι μόνο να την βρούμε, αλλά και στο ν'αποτρέψουμε τον χωρισμό τους.Τότε όμως συνέβη κάτι το συνταραχτικό,τ'οποίο δεν θυμάμαι καθόλου...Πάντως την επόμενη μέρα από εκείνο το μυστήριο γεγονός, ο μπαμπάς άρπαξε τον Άντριου κι έφυγαν.Η φωνή του αδερφού μου που πρόφερε μέσα σε λυγμούς τ'όνομά μου, αντηχεί ακόμη στ'αυτιά μου...Όμως όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν, έτσι δεν είναι;

-Αμάντα,φτάσαμε...

Ακούγοντας τα λόγια της μαμάς μου, κόλλησα το πρόσωπό μου στο μικρό παράθυρο του αεροπλάνου. Επιτέλους!!! Είχαμε φτάσει! Κατέβηκα βιαστικά τις σκάλες ,μπήκα στο αεροδρόμιο, πήρα την βαλίτσα μου από τον κυλιόμενο διάδρομο, κάθισα σ'ένα παγκάκι για να πάρω μια ανάσα. Χαρά, άγχος, ανυπομονησία ,ενθουσιασμός, όλα μαζί στριμώχνονταν στην καρδιά μου. Βλέποντας τη μαμά να με πλησιάζει, σηκώθηκα απότομα όρθια, σαν να είχα καθίσει πάνω σε καρφιά. Την έπιασα αγκαζέ και πήραμε το λεωφορείο τ'οποίο θα μας πήγαινε στο καινούργιο μας σπίτι.

Κάτω από την πανσέληνοWhere stories live. Discover now