Κεφάλαιο 53

1.2K 162 5
                                    

   Οι εχθροί μας πρόβαλαν κι αυτοί τις λόγχες τους. Άμα εκείνη την στιγμή πετούσες μ'ένα ελικόπτερο από ψηλά, θα έβλεπες δύο ορθογώνια, γεμισμένα από ανθρώπους κι από λόγχες. Το θέαμα ήταν αρκετά ανατριχιαστικό για ένα άτομο σαν εμένα που απεχθανόταν τον πόλεμο. Μέχρι τώρα, δεν είχα συνειδητοποιήσει πως τόσο καιρό συμμετείχα σε κάποιο είδος πολεμικής επιχείρησης.Το έβλεπα πιο πολύ σαν σύγκρουση ανάμεσα στους υπερασπιστές και τους εχθρούς των μαγικών πλασμάτων. Ήταν όμως πράγματι πόλεμος...

Έσφιξα το χέρι του αγοριού μου. Εκείνος με τράβηξε πιο κοντά του και με αγκάλιασε προστατευτικά.

-Μην φοβάσαι, μου ψιθύρισε στο αυτί.

Οι δυο μπροστινές σειρές από την παράταξή μας άρχισαν να κινούνται μπρος πίσω επί τόπου, ακουμπώντας με αυτόν τον τρόπο τις λόγχες τους στις λόγχες των εχθρών μας, προσπαθώντας να τις περάσουν ανάμεσα στις εχθρικές. Η αντίθετη παράταξη άρχισε ν'αμύνεται με τον ίδιο τρόπο. Προστάτες που κρατούσαν σπαθιά μπήκαν μπροστά από μένα και τα παιδιά, ενώ εφεδρικοί έμειναν στις θέσεις τους,κοντά μας.Εκείνοι πρόβαλαν ασπίδες και προστατεύθηκαν. Ήταν πολύ καλά οργανωμένοι. Όποια κίνηση και να κάναμε, την απέκρουαν. Μας πέταξαν βέλη. Οι προστάτες σήκωσαν τις ορθογώνιες, τεράστιες ασπίδες τους, που κάλυπταν ακόμα κι όσους ήταν άοπλοι.

Η Κρίστι, βγάζοντας τους κυνόδοντές της, όρμησε προς τους εξολοθρευτές. Κατάφερε να δαγκώσει άσχημα δυο, ένας άλλος όμως κατάφερε να την τραυματίσει σοβαρά. Γονάτισε κάτω. Ο Άντριου έτρεξε προς το μέρος της. Κάποιοι τον περικύκλωσαν κι άρχισε να πολεμάει μαζί τους, έχοντας ως μόνο όπλο την σωματική του δύναμη. Στεκόμουν ακίνητη και παρακολουθούσα. Ο Στέφεν θα πολεμούσε, αλλά ήθελε να με προστατεύσει. Ένας προστάτης που κρατούσε σπαθί και στεκόταν δίπλα μου από την άλλη μεριά, προσπάθησε να πλησιάσει την Κρίστι, η οποία δεχόταν αλλεπάλληλα χτυπήματα από βέλη. Κάποιος όμως τον στόχευσε με το τόξο του. Ένα βέλος καρφώθηκε στο γόνατό του. Έπεσε κάτω. Νευριασμένη για την συνεχόμενη αποτυχία μας κι αποφασισμένη να βοηθήσω, άρπαξα το σπαθί του και παρά τις φωνές του Στέφεν και των υπόλοιπων, πηδώντας βρέθηκα μπροστά από όλους.

Την ίδια στιγμή, μπροστά από τους εξολοθρευτές μπήκε ένας κύριος που έμοιαζε πολύ στον Άντριου κι ελαφρώς σε μένα. Μείναμε έκπληκτοι ακίνητοι στις θέσεις μας, ανταλλάσσοντας άγριες, απορημένες ματιές. Φαινόταν πως σκεφτόταν το ίδιο μ'εμένα. Οι δύο παρατάξεις, έκαναν βήματα πίσω, αφήνοντάς μας αρκετό ελεύθερο χώρο. Γνώριζαν πως δεν μπορούσαν ν'αποτρέψουν την σύγκρουσή μας. Κοίταξα τον μπαμπά μου, ο οποίος μέχρι τώρα, δεν είχε κάνει ούτε μια κίνηση εναντίον μας, μονάχα παρακολουθούσε. Τώρα είχε γουρλώσει τα μάτια του, ενώ ένας κόμπος ιδρώτα έσταξε στο μέτωπό του. Τι τον είχε αναστατώσει τόσο πολύ; Άρχισε ξαφνικά να νοιάζεται για μένα;

Κάτω από την πανσέληνοWhere stories live. Discover now