Κεφάλαιο 35

1.3K 180 15
                                    

   Με οδήγησαν σε μια απομονωμένη περιοχή του δάσους, στην οποία δεν υπήρχε ψυχή. Ο αέρας δυνάμωσε. Εντελώς ξαφνικά, από τη μια στιγμή στην άλλη, άρχισε να κάνει τσουχτερό κρύο. Έτρεμα συνέχεια. Όχι από το κρύο... Αλλά από τον τρόμο... Ο μπαμπάς μου στεκόταν δίπλα στον χοντρό κορμό ενός δέντρου. Στα πόδια του ήταν ακουμπισμένα χοντρά σχοινιά. Έμοιαζε με φάντασμα. Ήταν ντυμένος στα μαύρα. Όχι, δεν φορούσε την στολή του εξολοθρευτή, αλλά ενδυμασία κηδείας. Μια ανατριχίλα διαπέρασε όλο μου το κορμί. Βίαια μ' έσπρωξαν προς το μέρος του. Πήγα να πέσω. Με γράπωσε άγρια από τους ώμους. Πριν προλάβω ν' αντιδράσω, οι εξολοθρευτές μ' έδεσαν στο δέντρο χειροπόδαρα και με φίμωσαν. Τους κοίταξα έντρομη. Ο αντίζηλος του μπαμπά ήτανε ο μόνος που χαμογελούσε. Ο μπαμπάς είχε ρεζιλευτεί κι αυτό τον ευχαριστούσε.

   Δεν προσπάθησα ν' απελευθερωθώ. Ήξερα στο κάτω κάτω πως το τέλος μου πλησίαζε. Δεν είχε νόημα να προσπαθήσω να δραπετεύσω, αφού στο τέλος θα έχανα τη ζωή μου. Δάκρυα καυτά, που έρχονταν σε αντίθεση με το τσουχτερό κρύο, άρχισαν να κυλούν από τα μάτια μου. Το πρόσωπο του μπαμπά παρέμεινε άγριο. Με χαστούκισε δυνατά. Το μάγουλό μου έτσουξε και ξέσπασα σε κλάμα. Όμως αυτό δεν λύγισε την πέτρινη καρδιά του.

- Τι κατάλαβες, Αμάντα; Σε βοήθησε σε κάτι το να μου εναντιωθείς; Μπόρεσες να χαλάσεις τα σχέδιά μας, όπως φαντάζομαι είχες σκοπό; Σαφώς όχι... Το μόνο που κατάφερες είναι να προκαλέσεις την τύχη σου... Απέτυχες...

   Άρχισε να με χαστουκίζει με μανία και να με δέρνει στα χέρια αλύπητα. Ήθελα να τσιρίξω, όμως το πανί που με φίμωνε μ' εμπόδιζε. Όσο περνούσε η ώρα, τα δεσμά μου σφίγγονταν γύρω μου όλο και περισσότερο. Τριγύρω, εχθρικά πρόσωπα. Μπροστά μου, ο μεταμορφωμένος από τον θυμό και τον φανατισμό του πατέρας μου. Έσκισε το μπλουζάκι μου στην περιοχή του αριστερού ώμου. Άπλωσε το χέρι του προς τη μεριά ενός εξολοθρευτή. Εκείνος, του έδωσε ένα αιχμηρό εργαλείο. Το ακόνισε.

-Πού να το φανταζόμουν... Πως η ίδια μου η κόρη... Θα με πρόδιδε... Ποτέ σου δεν ήσουν εξολοθρεύτρια στην ψυχή... Αυτό το σημάδι δεν σου αξίζει....

Δίχως να δείξει έλεος ή να διστάσει, άρχισε να μου τραβά την πέτσα από το δέρμα μου για να βγάλει την σφραγίδα. Αίμα άρχισε να κυλά αργά αργά από τον ώμο μου προς τα κάτω και να ματώνει όλο μου το χέρι. Παρόλο που με είχαν φιμώσει, κατάφερα να τσιρίξω. Τόσο δυνατός ήταν ο πόνος. Τα πάντα για μια στιγμή θόλωσαν γύρω μου. Το κρύο δυσχέραινε την κατάσταση, το ίδιο και ο παγωμένος αέρας. Έριξε το ματωμένο εργαλείο κάτω. Με χαστούκισε, ενώ ένα δάκρυ κύλισε στο μάγουλό του.

Κάτω από την πανσέληνοWhere stories live. Discover now