Κεφάλαιο 49

1.2K 162 21
                                    

-Στέ...φεν... Τι...Τι είπε ο μπαμπάς σου μόλις τώρα;

-Ας το πάρουμε από την αρχή... Άκουσα τον μπαμπά να μουρμουρίζει πως ένα πετράδι που είχες, σε συνδιασμό με κάτι που σου έδωσαν οι νεράιδες, σε προστάτευσαν από αυτόν μεταφέροντάς σε στο παρελθόν. Όση ώρα έλειπες, αυτός, μέσα από το φως που είχε δημιουργηθεί, παρακολουθούσε κάτι άναυδος, μόνο αυτός μπορούσε να το δει... Έπειτα, μάλλον επανήλθες στο παρόν γιατί κινδύνευσες εκεί... Μόλις το αντιλήφθηκε, βούτηξε για να σε σώσει... 

-Ω, Θεέ μου... Λες... Αυτός να ήταν;

-Ποιος;

-Το βαμπίρ που έσωσα...

-Όπα κάτσε... Έσωσες ένα βαμπίρ; Πώς, πού , γιατί, πότε;

-Έπεσα μέσα στη θάλασσα, όπου είχαν πετάξει οι εξολοθρευτές ένα βαμπιράκι.... Και το έσωσα...

-Βλάκα!!! Δεν το πιστεύω!!! OMG!!!! 

-Τι έπαθες;

-Μια από τις λίγες μέρες που συζητούσαμε με τον μπαμπά, μας είχε εκμυστηρευτεί πως βαθιά μέσα του γνωρίζει πως δεν είναι όλοι οι άνθρωποι κακοί, απλά έπαψε για ασφάλειά του να τους εμπιστεύεται... Μας διηγήθηκε κάτι που του συνέβη την ημέρα που αναγκάστηκε να τον προδώσει ο Ρόμπιν... Εκείνη την ημέρα, οι εξολοθρευτές τον πέταξαν στη θάλασσα και τον έσωσε μια κοπέλα... Δεν θυμόταν την φυσιογνωμία της, θυμόταν μόνο πως είχε ένα φωτεινό πρόσωπο που του έδινε παρηγοριά και τον έκανε να αισθάνεται ασφάλεια. Ήθελε πολύ να την ξανασυναντήσει, γιατί, μετά απ'ο,τι έγινε, ήταν η μόνη θνητή που μπορούσε να εμπιστευτεί.

-Θεέ μου... Πού να το φανταστώ πως εγώ ήμουν αυτό το κορίτσι...

-Το μετάνιωσες;

-Ακριβώς το αντίθετο! Ήθελα τόσο πολύ να προσεγγίσω τον μπαμπά σου, να του μιλήσω και να του εξηγήσω τη θέση μου...

-Πιστεύω πως πλέον θα σε ακούσει. Αν εξακολουθεί να εμπιστεύεται κάποιον, αυτός ο κάποιος είσαι εσύ. Αύριο που φεύγουμε,μπορείς να μιλήσεις μαζί του.

-Αχ, ναι, σωστά... Αύριο είναι η πτήση...

-Έχουμε ήδη πληρώσει τα εισιτήρια, οπότε...

-Ε μωρέ, στο κάτω κάτω, πλέον θα μπορώ να έρχομαι όποτε θέλω. Θα ρωτήσω τον πατέρα σου πού βρίσκεται η μαγική πύλη στο δάσος των βαμπίρ.Θέλεις τώρα να πάμε στη θάλασσα;

-Και το ρωτάς;

   Τρέξαμε ως το σπίτι κι ενημερώσαμε τη γιαγιά και τον παππού. Το μεσημέρι θα έρχονταν να μας πάρουν να πάμε όλοι μαζί να φάμε σε μια ταβέρνα, φημισμένη στο νησάκι μας. Με την ευκαιρία θα κάναμε και βόλτα στην αγορά.

Κάτω από την πανσέληνοWhere stories live. Discover now