Κεφάλαιο 28

3.3K 236 21
                                    

Το τραπέζι ήταν στρωμένο και η Άντα είχε ήδη καθίσει και περίμενε τους άνδρες της να πλυθούν. Η ίδια είχε φθάσει νωρίτερα απ΄το γραφείο και φρόντισε να έχει έτοιμο το φαγητό και να τους περιμένει.Το μενού σήμερα περιλάμβανε παστίτσιο,το αγαπημένο φαγητό του γιού της ,ο όποιος έμπαινε τώρα χαμογελαστός στην κουζίνα ακολουθώντας την ωραία μυρωδιά ,ακολουθούμενος από τον Μιχάλη.

<<Το αγαπημένο μου!>>αναφώνησε ο μικρός,μόλις πλησίασε και αντίκρισε το ταψί μέσα στο φούρνο.

Η γυναίκα σέρβιρε στα πιάτα τους και λίγο αργότερα έτρωγαν λέγοντας τα νέα της ημέρας.

<<Σήμερα στο μάθημα της γλώσσας,γράψαμε ένα κειμενάκι για την αλληλεγγύη,την αγάπη και τις μορφές της!>>είπε το παιδί ενθουσιασμένο κάποια στιγμή.

<<Και πως τα πήγες μπόμπιρα;Σου φάνηκε εύκολο;>>ρώτησε ο Μιχάλης τον γιό του με περιέργεια.Άλλωστε ήταν η πρώτη χρονιά που το παιδί διδάσκονταν το μάθημα,στην α΄ γυμνασίου,και ήθελαν να δουν πως θα ανταπεξέλθει.

<<Ναι μπαμπά! Ήταν παιχνιδάκι!Η κυρία Αναγνώστου μου έβαλε 18 γιατί έκανα λέει κάποια λάθη στον τρόπο έκφρασης .>>

<<Παιδάκι μου έξυπνο!>>αναφώνησε η μητέρα του υπερήφανη και σκύβοντας προς το μέρος του,χάιδεψε το κεφαλάκι του στοργικά.

Ο Μιχάλης τους κοίταζε χαμογελώντας. Θεέ μου πως στάθηκα τόσο τυχερός να έχω μια τόσο όμορφη οικογένεια...σκέφτηκε.

<<Μαμά...να σε ρωτήσω κάτι...>>ρώτησε διστακτικά λίγα λεπτά αργότερα ο μικρός τους. 

Η Άντα γύρισε και τον κοίταξε, φαινόταν αρκετά αγχωμένος και έτσι του χαμογέλασε ενθαρρυντικά.

<<<Στο μάθημα λέγαμε για την αδελφική αγάπη και ο Νίκος είπε ότι περιμένουν την αδελφή του.Είναι έγκυος η μαμά του.Και όταν με ρώτησαν αν έχω εγώ αδέλφια,τους είπα ότι εμείς θα υιοθετήσουμε ένα παιδάκι για να το βοηθήσουμε.Και έτσι...έτσι θα έχω κι εγώ!>>κατέληξε ο Γιωργής κατεβάζοντας τα γαλανά ματάκια του στο τραπέζι.

Δεν ήξερε πως θα αντιδρούσαν οι γονείς του.Ήξερε για αυτή τους την απόφαση χρόνια τώρα.Όμως σήμερα στο σχολείο,του ξέφυγε.

Ο Μιχάλης κοίταξε την σύντροφο του κι έπειτα τον μικρό.<<Δεν πειράζει αγόρι μου.Την αλήθεια είπες.Καλά έκανες!>>

Ο Γιωργής ανακουφισμένος συνέχισε το φαγητό του.Ο Μιχάλης έριξε ένα βλέμμα στην Άντα που τόση ώρα είχε μείνει αμίλητη και της έκλεισε πονηρά το μάτι,νεύοντας της προς το παιδί.

Η ένταση φαίνεται πως είχε εκτονωθεί.


Λίγε ώρες αργότερα,ο Δημήτρης ετοιμάζονταν.Είχε κανονίσει από νωρίς να βγει για καφέ με την Μίνα.Την είχε βάλει στον πάγο καιρό τώρα ,όμως απόψε σκόπευε να αναθερμάνουν την σχέση τους.

Θύμωνε με τον εαυτό του.Σαν γυναικούλα είχε καταντήσει.Η μιζέρια του έπρεπε να τελειώσει.Έπρεπε να το πάρει απόφαση.Υπήρχε και ένα παιδί στην μέση και άξιζε την οικογένεια του.

Αυτά έλεγε και ξανάλεγε στον εαυτό του,προσπαθώντας να πεισθεί πως έπρεπε να την αφήσει ήσυχη,να προχωρήσει κι εκείνος.

Ντύθηκε και κατευθύνθηκε προς το μπάνιο για να πάρει την κολόνια του.

<<Που την άφησα πάλι...>>μουρμούρισε όταν δεν την είδε στην θέση της και πήγε προς το υπνοδωμάτιο του.

Ρίχνοντας μια βιαστική ματιά,την πρόσεξε επάνω στο ράφι της βιβλιοθήκης  και με γρήγορα βήματα έφθασε εκεί.

Μες στην γρηγοράδα του για να είναι κύριος στην ώρα του,φαίνεται πως δεν πρόσεξε ιδιαίτερα,και τον επιβεβαίωσε ο γδούπος από ένα βιβλίο που έπεσε στο ξύλινο πάτωμα.

<<Εισαγωγή στην επιστήμη των μαθηματικών>>:έγραφε ο τίτλος.

Πόσα χρόνια έχω να το δώ! μονολόγησε ο Δημήτρης. Είχε να το ανοίξει από τότε,από το πρώτο έτος του στο πανεπιστήμιο.

Ξεχάστηκε για λίγο και βάλθηκε να το ξεφυλλίζει αφηρημένα,ώσπου στην μέση ακριβώς του βιβλίου το βρήκε.

Εκείνο το μικρό ασημένιο κλειδί.

Το κλειδί που τότε στέγαζε τα όνειρα του. Σε εκείνο το μικρό φοιτητικό διαμέρισμα που του΄χαν νοικιάσει στο Ηράκλειο.

Εκτός απ΄το αρχικό ,εκείνο του ιδιοκτήτη,δύο αντικλείδια είχε βγάλει.Ένα για τον εαυτό του και ένα για ΄κείνη. Αφού τα είχαν φτιάξει,ξέκλεβε όποτε μπορούσε χρόνο και έρχονταν ως εκεί με το ΚΤΕΛ. Με τον φόβο πάντα . Μην πετύχει κανέναν γνωστό,μη συμβεί κάτι και τους πιάσουν.

Τρεις μήνες διήρκεσε όλο κι όλο. Δεν τους δόθηκε παραπάνω.

Να το ΄χει πετάξει; σκέφτηκε και έπειτα μάλωσε τον εαυτό του.Φυσικά και το πέταξε ηλίθιε!Όπως έπρεπε να ΄χεις κάνει κι εσύ!

Έκλεισε το βιβλίο νευριασμένα.Πήρε βιαστικά τα κλειδιά και το πορτοφόλι του και έφυγε.

Λες και θα ξέφευγε απ΄τις σκέψεις του...


Η αγαπη ηρθε απο μακριαWhere stories live. Discover now