Κεφάλαιο 23

581 73 21
                                    

Δεν τα κατάφερνε. Όσο κι να προσπαθούσε, δεν μπορούσε να θυμηθεί.

Έκλεισε τα μάτια σφιχτά και έτριψε τους κρόταφούς της, προσπαθώντας να ερευνήσει πιο λεπτομερώς εκείνη την ανάμνηση που ήρθε στο μυαλό της, αμέσως μετά που η Νάιμα σχεδόν θα της έσπαζε το κρανίο. Ωστόσο, δεν κατάφερνε να το κάνει. Δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα άλλο παρά εκείνο το περίεργο κομμάτι μνήμης που είδε σε εκείνο το σύντομο χρονικό διάστημα αναισθησίας.

Ακόμη δεν μπορούσε να αναγνωρίσει την ταυτότητα εκείνου του μυστηριώδες ατόμου, ούτε τα χαρακτηριστικά του, ούτε τίποτα σε εκείνον που να της ήταν οικεία. Ήταν σίγουρη ότι δεν ήξερε ποιος ήταν, και ούτε καμία άλλη ανάμνηση της παιδικής ηλικίας την βοηθούσε να μάθει. Δεν είχε τη παραμικρή ιδέα ποιος ήτανε εκείνος ο παράξενος άντρας ο οποίος είχε το ίδιο χρώμα ματιών με την Κατρίνα. Και το χειρότερο, ήταν πως δεν υπήρχε τρόπος να το ερευνήσει.

Έτσι ξαφνικά, σαν έβλεπε τηλεόραση, μπόρεσε να αναγνωρίσει μία κρύα παρουσία που εμφανίστηκε στο διαμέρισμα.

Ένα ρίγος διαπέρασε την ραχοκοκαλιά της μόλις κατάφερε να διακρίνει σε ποιον ανήκε.

Αμέσως, κατευθύνθηκε σχεδόν τρέχοντας στο δωμάτιο της, το ακριβές μέρος από το οποίο προερχόταν η αύρα. Δεν ξαφνιάστηκε τόσο που την είδε, όμως ναι αντιλήφθηκε μία παράξενη ταραχή στο στήθος την οποία δεν θέλησε να ερμηνεύσει.

Η Άρια βρισκόταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι, σα να ήτανε δικό της, με το σκυλί με τα κόκκινα μάτια-το οποίο, υποτίθεται, πως θα έπρεπε να είναι στο σαλόνι και να ξεκουράζεται πάνω στην κοιλιά της καθώς εκείνη θα το χάιδευε. Δεν μπόρεσε να είναι σίγουρη αν η εισβολή της δαίμονα στο δωμάτιο της την έκανε χαρούμενη αφού δεν την είχε δει εδώ κι αρκετές μέρες, ή αν την εκνεύριζε.

Επέλεξε το δεύτερο, όταν το αβέβαιο μισό χαμόγελο που εμφανίστηκε στο πρόσωπό της Άριας προκάλεσε μία λίγο αντιληπτή ένταση θυμού μέσα της.

Το πλάσμα εξέτασε το πρόσωπό της θνητής για μερικά δευτερόλεπτα, χωρίς να πει απολύτως τίποτα, με ένα ενθουσιασμό στην έκφραση της που η Κατρίνα ήταν ανίκανη να αναγνωρίσει. Πριν να συνέβαινε κάτι κακό, έκλεισε την πόρτα του δωματίου και μετά την ασφάλισε.

Πήρε μια βαθιά ανάσα και την κοίταξε.

«Όλος ο κόσμος νομίζει πως μπορεί να έρχεται κι να ξαπλώνει στο κρεβάτι μου;» μουρμούρισε η Σμιθ.

Άβυσσος(Soul #1)Where stories live. Discover now