Κεφάλαιο 22

843 86 84
                                    

Ένιωσε ένα σφίξιμο στο στήθος καθώς παρατηρούσε τη ραγισμένη οθόνη του κινητού της. Το μήνυμα της Νοέλιας ήταν κάτι που δεν καταλάβαινε. Ήταν ξεκάθαρο, ναι. Σύντομο και ακριβής, και αυτό ήταν που την τάραζε. Η φίλη της ποτέ δεν έγραφε τέτοιους είδους μηνύματα.

Δεν έμαθε τίποτα για εκείνη μέχρι τα μέσα της εβδομάδας, όταν αποφάσισε να της απαντήσει. Και το έκανε με ένα ιδιαίτερο γραπτό μήνυμα. Ένα που της προκάλεσε ένα τσίμπημα πόνου.

Ήτανε απλές λέξεις: Νομίζω δεν πρέπει να βρεθούμε ξανά.

Μόνο αυτό. Τίποτα άλλο.

Πίεσε τα χείλη, τα οποία είχαν ήδη αρχίσει να τρέμουν. Τα μάτια έτσουζαν εξαιτίας της επιθυμίας να αρχίσει να κλαίει, μέσα στην αίθουσα. Παρόλα αυτά δεν το έκανε, διότι υπήρχαν παιδιά και οι υπόλοιποι υπάλληλοι.

Η μεταμέλεια την τύλιξε σαν μια παχιά ομίχλη καθώς συνέχιζε να κοιτάει το κινητό σαν ηλίθια. Δεν έπρεπε να είχε αφήσει την Νοέλια μόνη σε εκείνο το σπίτι όπου βρισκόταν η Νάιμα και ο Φόραξ. Δεν έπρεπε να την αφήσει να φύγει με τον Κάλεμπ. Βαθιά μέσα της, αμφέβαλλε πολύ αν εκείνος της έκανε κάτι κακό, αλλά, εκείνος δεν έπαυε να είναι δαίμονας, γι' αυτό δεν μπορούσε να αποκλείσει εκείνο το ενδεχόμενο. Ή μήπως ήταν πιθανόν η Νοέλια να είχε δει κάτι; Δεν ένιωσε κανένα από τους δαίμονες εδώ κι τέσσερις μέρες, έτσι δεν μπορούσε να το ξέρει. Δεν κατάφερνε να καταλάβει αν αυτό την έκανε χαρούμενη ή αν την βασάνιζε. Δεν είχε ιδέα τι ακριβώς έκαναν εκείνα τα πλάσματα και δεν μπορούσε να νιώσει την παρουσία τους κοντά της, αλλά την ενοχλούσε πάρα πολύ.

Δεν έμεινε ούτε ένα λεπτό παραπάνω στο νηπιαγωγείο όταν η δουλειά τελείωσε, έφυγε από εκεί σαν κυνηγημένη. Ούτε σταμάτησε την στιγμή που η Έλενα θέλησε να μιλήσουν σχετικά με το αγόρι που φίλησε την Σμιθ στο πάρτι. Την αγνόησε με ένα τρόπο κάπως-αρκετά-αγενή, και έτρεξε μακριά της. Ήξερε ότι κάθε φορά που ήταν μόνη στους δρόμους πιθανότατα να της συνέβαινε κάτι κακό, όπως, ο Φόραξ επιτέλους να την είχε βρει, ή εκείνη η Νάιμα. Όμως αν τώρα όντως και οι δύο την παρακολουθούσαν, προτιμούσε να το έκαναν όταν ήταν μόνη και όχι με κάποιο άτομο της οικογένειας της.

Περπατούσε στους δρόμους χαλαρά, με τα ακουστικά να καλύπτουν τα αυτιά της. Η μουσική δεν κατάφερνε να της αποσπάσει την προσοχή πλήρως. Η λύπη για αυτό που συνέβαινε, ήταν ακόμη εκεί. Όλα συνέχιζαν να συσσωρεύονται και να τα νιώθει σαν ένα βαρύ φορτίο. Φοβόταν επειδή ίσως η Νοέλια να είχε μάθει κάτι και να μην ήθελε πια να την βλέπει, την απέλπιζε να μην ξέρει τίποτα για τον Κάλεμπ ή την Άρια. Για τον Αραέλ...

Άβυσσος(Soul #1)Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ