Κεφάλαιο 18

740 78 73
                                    

«Έχω μετανιώσει ήδη» είπε τρομαγμένη, αρπάζοντας το μπράτσο της Νοέλιας «Πάμε σε άλλο μέρος. Σε παρακαλώ, ας φύγουμε από εδώ».

Εκείνη κούνησε το κεφάλι αρνητικά και μούγκρισε.

«Είναι ένα απλό πάρτι, Κατρίνα» είπε μέσα από τα δόντια της «Δεν θα σου συμβεί τίποτα κακό εδώ. Άλλωστε, ήρθαμε εδώ για να γιορτάσουμε τα γενέθλια σου».

«Κάνεις λάθος. Το πάρτι είναι μόνο για τον Αλέξανδρο» την διόρθωσε «Οι περισσότεροι εδώ δεν με γνωρίζουν. Ήταν κακή ιδέα όλο αυτό, φύγαμε!»

Η Σμιθ άρχισε να κατευθύνεται προς τα εκεί που ήρθανε, αλλά τα χέρια της φίλης της την άρπαξαν από τους ώμους.

«Όχι, Κατρίνα. Θα εισέλθουμε εκεί μέσα, θα χορέψουμε, θα φλερτάρουμε και θα μεθύσουμε μέχρι να μην θυμόμαστε τίποτα, εντάξει; Για αυτό κουνήσου και συνόδευσε με».

Η κοπέλα κατάπιε με δυσκολία καθώς μελετούσε την σοβαρή έκφρασή της Νοέλιας, τα καστανά της μάτια μισόκλειστα και τα χείλη της σουφρωμένα από θυμό. Πώς ένα άτομο τόσο μικροσκοπικό μπορούσε να φαίνεται τόσο απειλητικό;

«Πολύ καλά!» τραύλισε, προσπαθώντας να ακουστεί ενοχλημένη «Αλλά την επόμενη φορά που θα βγούμε, θέλω να ντυθείς με κόκκινα ρούχα, σαν μία καταραμένη φράουλα, εντάξει;!»

«Έγινε!» απάντησε με αποφασιστικότητα.

Ήτανε ο Αλέξανδρος, ο αδερφός της, που της έδωσε την διεύθυνση του σπιτιού όπου θα γινόταν το πάρτι. Εκείνος επιβεβαίωσε αυτό που η Έλενα είπε, αφού η ίδια το πρωί την είχε πλησιάσει προτείνοντας της να παρευρεθεί εκεί. Αν και δεν το είπε φωναχτά, η Σμιθ κατάλαβε αμέσως πως η πρώην φίλη της και ο αδερφός της περίμεναν να δουν το αγόρι της, το υποτιθέμενο αγόρι της ονόματι Άλαν.

Θα τους απογοητεύσω στο τέλος και τους δυο όταν θα με δουν συνοδευμένη με την Νοέλια αντί με το αγόρι μου...

Από το απέναντι πεζοδρόμιο μπόρεσαν να ακούσουν την μουσική και να δουν το πλήθος αγνώστων. Προχώρησαν μέχρι να διασταυρώσουν το άπλετο γρασίδι, όπου εκεί βρισκόταν μία παρέα αγοριών που κάπνιζαν και μιλούσαν χαλαροί. Η Νοέλια την οδήγησε στο εσωτερικό της οικείας σα να ήτανε δική της, προσπερνώντας τους ανθρώπους που γελούσαν και έπιναν. Στον χώρο, όλα φαίνονταν ακατάστατα, ολόκληρη η ατμόσφαιρα λουσμένη με πολύχρωμα φώτα που άλλαζαν αποχρώσεις κάθε λίγα δευτερόλεπτα. Η Κατρίνα δεν μπορούσε να δει τίποτα καθαρά, επειδή σε εκείνο το μέρος υπήρχαν τόσα άτομα που δεν διακρινόταν κανένας καλά, ούτε τα έπιπλα, ούτε η βαφή στους τοίχους.

Άβυσσος(Soul #1)Where stories live. Discover now