Κεφάλαιο 17

835 81 57
                                    

Δεν ήταν σίγουρη τι περίμενε, ή αν στην πραγματικότητα περίμενε κάτι, αλλά μία περίεργη αίσθηση κενού την κατέκλυσε όταν, πολύ νωρίς το πρωί, το ξυπνητήρι του κινητού ήχησε και παρατήρησε πως βρισκόταν μόνη στο υπνοδωμάτιο.

Πραγματικά δεν γνώριζε γιατί ένιωσε έτσι. Δεν κατάφερε να αποκρυπτογραφήσει τις ίδιες τις σκέψεις της, ούτε να καταλάβει γιατί ένιωσε εκείνη τη συγκεκριμένη νοσταλγία, αφού βαθιά μέσα της υπέθετε ότι αυτό ήτανε μία ανακούφιση να μην είχε ξυπνήσει χωρίς εκείνον. Προσπάθησε να μην δώσει πολλή σημασία σε αυτό. Κατέβαλε προσπάθεια, όσο πιο πολύ μπορούσε, να μην συγκεντρωθεί σε εκείνο το σκοτεινό και άγνωστο νέο συναίσθημα, επειδή, για την ακρίβεια, αυτό την τρόμαζε.

Τις περισσότερες ώρες στη δουλειά της πέρασε, πετώντας στα σύννεφα, και αυτό δεν ήταν κάτι καλό. Δεν κατάφερνε να σκεφτεί καθαρά, ξεχνούσε τι της ζητούσαν τα παιδιά και τι πρόγραμμα είχαν για σήμερα, και η εργάσιμη μέρα κατέληξε να της φαίνεται πιο μεγάλη, πιο ανιαρή από ότι ήτανε πραγματικά.

Στο τέλος της ημέρας, βρήκε τον εαυτό της να βαδίζει προς την στάση λεωφορείου, όμως σταμάτησε να περπατάει την στιγμή που η κρύα και γνωστή παρουσία της Άριας την έβαλε σε επιφυλακή. Ένα μέρος του εγκεφάλου της χάρηκε που ήτανε ικανή να ξεχωρίζει την παρουσία του κάθε ενός. Ωστόσο, έβγαλε μία κραυγή έκπληξης όταν ήρθε αντιμέτωπη με την φιγούρα της δαίμονα, η οποία την περίμενε στον συνηθισμένο τόπο της Κατρίνας.

Δεν ήταν όμως η εμφάνιση της Άρια που την παραξένεψε, αλλά ο καλυμμένος με μία κουβέρτα όγκος που κρατούσε στα χέρια της.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησε συνοφρυωμένη, ξαφνιασμένη. Και, ειλικρινά, κάπως αναστατωμένη. Δεν ήξερε ποτέ τι ακριβώς να περιμένει από εκείνους.

Το πλάσμα χαμογέλασε πλατιά.

«Είναι μία έκπληξη» είπε με προφανή αθωότητα, «για σένα».

«Ένα δώρο;»

«Λοιπόν...» μουρμούρισε σμίγοντας τα φρύδια, αν και δεν μπόρεσε να μην νιώσει πως η δαίμονας προσποιούνταν, «νομίζω ότι είσαι ακόμη θυμωμένη μαζί μου που έκανα σεξ με τον φίλο σου».

«Είμαι θυμωμένη μαζί σου» της επιβεβαίωσε.

Ύψωσε το ένα δάκτυλο για να την κάνει να σωπάσει.

«Για αυτό σου έφερα...αυτό!» Αποκάλυψε αυτό που κρατούσε στα χέρια της, τείνοντας το προς το μέρος της Σμιθ. Όταν εκείνη είδε μία μαύρη μπάλα από τρίχες, κραύγασε ξαφνιασμένη.

Άβυσσος(Soul #1)Where stories live. Discover now