Κεφάλαιο 1 (Δεύτερο μέρος)

1K 73 23
                                    

Εκεί ήταν πάλι...

Εκείνο το οικείο προαίσθημα, για το οποίο δεν ήταν πια σίγουρη αν ακόμη την τρόμαζε, εκείνη η άβολη υποψία που δεν έλεγε να εξαφανιστεί εδώ κι δύο μήνες. Και το χειρότερο ήταν πως ήξερε ήδη τόσο καλά εκείνη την αίσθηση.

Κάποιος την παρακολουθούσε, όμως δεν ήταν ο Αραέλ.

Κατά κάποιο περίεργο τρόπο, μπορούσε να διακρίνει πότε ήταν εκείνος κι πότε όχι. Το είχε τσεκάρει μερικές φορές πριν. Κάτι ξένο μέσα της συνήθιζε να αντιδρά με ένα παράξενο τρόπο όταν εκείνος ο δαίμονας εμφανιζόταν, σαν να ξεχώριζε-ασυναίσθητα-την παρουσία του από αυτή των άλλων. Δεν ένιωσε το ίδιο με τον Φόραξ ή τον δαίμονα με την μορφή του παιδιού, αν και ήταν πολύ παρόμοιο. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι εκεί έξω, ένα επικίνδυνο πλάσμα περίμενε, ίσως, την καλύτερη στιγμή για να επιτεθεί.

Φοβόταν για την ασφάλεια των ατόμων στο νηπιαγωγείο, και κατάπιε με δυσκολία καθώς παρατηρούσε κάθε ένα από τους γονείς που έρχονταν να πάρουν τα παιδιά τους.

Όταν τελείωσε την δουλειά, ήταν αρκετά εκνευρισμένη. Ο τσακωμός που είχε με την Έλενα την έκανε χειρότερα. Πέρασαν δύο μήνες και ακόμη τσακώνονταν για τον αδερφό της. Γιατί η Κατρίνα δεν καταλάβαινε ότι ήθελε πολύ τον Άλεξ; Ήθελε να είναι μαζί του, αν και είχαν δώσει υπόσχεση πως ποτέ δεν θα έμπλεκαν με τα μέλη οικογένειας. Όμως, δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Της άρεσε τόσο πολύ ο αδερφός της Κατρίνα και της ήταν αδύνατο να τον αποχωριστεί. Τουλάχιστον για τώρα, έκαναν όσο το δυνατό πιο πολλές συναντήσεις στα κρυφά. Έδιναν φιλιά και χάδια κάπου που η κοπέλα δεν θα το μάθαινε. Ένωναν τα κορμιά τους κάθε φορά που συναντιόνταν και όμως η Σμιθ το ήξερε. Γνώριζε ότι ο αδερφός της ακόμη έβλεπε την καλύτερη της φίλη, για αυτό κι ο τσακωμός.

Κάνω λάθος σκέψεις; Καλό θα ήταν να τους αφήσω να ζήσουν αυτό...τέλος πάντων, αυτό που νιώθουν;

Όχι! Δεν μπορούσε να το διανοηθεί, ο αδερφός της με την καλύτερη της φίλη. Σίγουρα όχι.

Ακόμη η πρώτη μέρα της εβδομάδας ήτανε και ένιωθε τόσα αρνητικά συναισθήματα, ούτε που ήθελε να σκέφτεται αυτό που την περίμενε τις υπόλοιπες μέρες της εβδομάδας.

Ή μπορεί η κακή διάθεση που είχε να οφειλόταν στην αίσθηση ότι κάποιος την παρακολουθούσε αφού αυτό ήταν ήδη αρκετά ανυπόφορο.

Καθώς περπατούσε προς την στάση λεωφορείου, η παράξενη αίσθηση δεν έπαυε να την βασανίζει. Όπου κι να κοιτούσε, δεν υπήρχε κανείς που να την έβλεπε με έντονο βλέμμα, και αυτό κατάφερνε μόνο να μεγαλώνει το κακό προαίσθημα και η αβεβαιότητα. Τώρα που είπε στον Αραέλ ότι δεν ήθελε να τον δει ξανά, η πιθανότητα να τον καλέσει διότι πίστευε ότι κάποιος την ακολουθούσε, ήταν κάτι ντροπιαστικό. Μόνο στην ιδέα ήταν σχεδόν ταπεινωτικό.

Άβυσσος(Soul #1)Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα