ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

53 12 10
                                    

- Ζούσα στην Ουκρανία. Είχα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια, μέχρι που πέθανε η μητέρα μου. Ήμουν τότε δέκα χρόνων. Ο πατέρας μου την λάτρευε κυριολεκτικά. Δεν μπορούσε να διαχειριστεί τον θάνατό της και έτσι κατέφυγε στο ποτό. Γρήγορα κατήντησε ένας πικρόχολος αλκοολικός. Με παραμελούσε συστηματικά. Δεν ήταν κακός άνθρωπος. Δεν με κακοποιούσε, για να ξεσπάσει πάνω μου τον πόνο του για την απώλεια της μητέρας μου. Απλώς, έπαψε να μου δίνει την παραμικρή σημασία. Δύο χρόνια πέρασαν με αυτό τον τρόπο. Δύο χρόνια, κατά την διάρκεια των οποίων μεγάλωσα απότομα. Ανέλαβα το σπίτι, καθάρισμα, μαγείρεμα, όταν έφερνε κάτι στο σπίτι, αφού το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του το έδινε στην ταβέρνα. Σύντομα, έχασε και τους πελάτες του. Ήταν μαραγκός και, μάλιστα, πολύ καλός τεχνίτης. Το ποτό και ο πόνος, όμως, δεν τον άφηναν να κάνει καλή δουλειά. Ζούσαμε κυρίως χάρη στην ελεημοσύνη των γειτόνων, που αναγνώριζαν την καλή κατά βάθος καρδιά του. Οι Ουκρανοί είναι περίεργος λαός. Φαίνονται σκληροί, μα είναι απλώς σκληραγωγημένοι. Οι ευαίσθητες πολιτικές ισορροπίες στην περιοχή εκεί τους έχουν αναγκάσει να είναι έτσι. Στις δυσκολίες, συσπειρώνονται, βοηθούν ο ένας τον άλλο. Ένα πρωί, έκανε την εμφάνισή του στο χωριό μας ένας άντρας...

Σε αυτό το σημείο, η Ραΐσα σταματάει για να πιει λίγο νερό. Καταλαβαίνω ότι το δύσκολο κομμάτι της ιστορίας της πρόκειται να ξεκινήσει τώρα. Την αφήνω να πάρει τον χρόνο της. Μετά από λίγο, συνεχίζει.

- Αυτός ο άντρας παρουσιάστηκε ως κυνηγός μοντέλων. Ήθελε, όμως, συγκεκριμένα να βρει μικρά κορίτσια, αφού δούλευε, υποτίθεται, για μια εταιρεία με παιδικά ρούχα. Υποσχόταν ότι τα κορίτσια που δουλεύουν για την εταιρεία αυτή ζούνε μια ονειρεμένη ζωή. Πέρα από ιατρική περίθαλψη, λαμβάνουν εκπαίδευση. Ταυτοχρόνως, φωτογραφίζονται για τους καταλόγους της αλυσίδας παιδικών ρούχων. Σε μια στιγμή νηφαλιότητας, ο πατέρας μου άκουσε την πρόταση που του έκανε εκείνος ο άντρας. Με είχε δει και έλεγε στον πατέρα μου ότι είμαι αυτό ακριβώς που ζητούν στην εταιρεία. Ήμουν όμορφη μικρή. Όπως σου είπα, ο πατέρας μου δεν ήταν κακός άνθρωπος. Αντιλαμβανόταν ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω να ζω από ελεημοσύνες. Πείστηκε ότι όσα του έλεγε ο άντρας ήταν αλήθεια. Είδε στα λόγια εκείνα μια ευκαιρία να ξεφύγω από την μοίρα που διαγραφόταν δυσοίωνη, αν συνέχιζα να ζω κοντά του. Είχε αποδεχθεί τον καινούριο του εαυτό και αδυνατούσε να τον αλλάξει. Ούτε καν για χάρη μου. Νομίζω ότι είχε αποφασίσει να πεθάνει από το ποτό, προκειμένου να πάει κοντά στην μητέρα μου. Έτσι, βρέθηκα μακριά από το χωριό μου, τους ανθρώπους που ήξερα μια ζωή. Ο άντρας με πήρε σε ένα αεροπλάνο χωρίς άλλους επιβάτες. Εντυπωσιάστηκα. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα από κοντά αεροπλάνο, πόσο μάλλον να μπω σε αυτό! Κατά την διάρκεια του ταξιδιού, δεν μου απηύθυνε τον λόγο ούτε μια φορά, δεν με κοίταξε καν. Δεν με πείραζε, ζούσα σε όνειρο. Λυπόμουν που άφηνα τον πατέρα μου πίσω, αλλά μικρό κορίτσι ήμουν, είχα ενθουσιαστεί με την ζωή που θα έκανα. Αν μη τι άλλο, θα είχα ένα πιάτο φαγητό. Φτάσαμε στον προορισμό μας και αποβιβαστήκαμε. Έξω από το αεροπλάνο, μας περίμενε ένα αμάξι, το οποίο μας οδήγησε εδώ.

- Εδώ; απορώ.

- Ναι, σε αυτό εδώ το κότερο πέρασα τις πρώτες μου μέρες στην Ελλάδα. Με το που ήρθαμε, με πήγαν σε μια καμπίνα μεγαλύτερη από το σπιτάκι μας στο χωριό. Εκεί με περίμενε μια κυρία, η οποία με βοήθησε να γδυθώ και με έκανε μπάνιο. Κανείς δεν μου μιλούσε. Φαντάστηκα ότι νομίζουν ότι μιλάω μόνο ουκρανικά, γι' αυτό άρχισα να μιλάω στα ελληνικά, για να καταλάβουν ότι γνωρίζω την γλώσσα τους. Η κυρία με κοίταξε αυστηρά και συνέχισε να με πλένει αμίλητη. Αισθανόμουν άβολα, αλλά πίστεψα ότι είναι φυσικό να πρέπει να πλυθώ. Οι συνθήκες διαβίωσης στο σπίτι μου δεν ευνοούσαν την καθαριότητά μου. Μετά από το μπάνιο, ήρθε ένας κύριος και με εξέτασε. Ντρεπόμουν, γιατί δεν μου είχαν δώσει ρούχα μετά το μπάνιο, αλλά γιατρός ήταν, οπότε έκανα υπομονή. Μετά, μου έφεραν ένα δίσκο με πλούσιο φαγητό. Έφαγα και με άφησαν να κοιμηθώ. Αν εξαιρέσεις την αμηχανία που μου προκαλούσε η σιωπή, όλα ήταν καλά. Με είχε εξετάσει ο γιατρός - είχα να πάω σε γιατρό δυο χρόνια - , έφαγα πλούσια. Ανυπομονούσα για την συνέχεια. Ένα παιδί μπορείς εύκολα να το εντυπωσιάσεις. Ζούσα σε όνειρο. Την επομένη άρχισε ο εφιάλτης...

Σταματάει να μιλάει. Δεν είναι επειδή διστάζει, ούτε πια γιατί αμφιβάλλει ότι θα αντέξω να ακούσω την συνέχεια. Μοιάζει να έχει ξεχάσει προς στιγμή ότι βρίσκομαι δίπλα της. Την παρατηρώ και αντιλαμβάνομαι ότι έχει μεταφερθεί νοερά σε εκείνες τις μέρες, πριν δώδεκα χρόνια. Ξαναζεί την περίοδο που άρχισαν όλα. Μισώ τον εαυτό μου που την αναγκάζω να ξυπνήσει μνήμες από την προ καθάρματος εποχή, αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Οι πληροφορίες είναι ανεκτίμητες, αν θέλουμε να φτάσει η υπόθεση επισήμως στην δικαιοσύνη. Την ακουμπώ απαλά στον ώμο, θέλοντας να της μεταδώσω κουράγιο. Ξαναρχίζει να μιλάει. Πιάνει την ιστορία από εκεί που την είχε αφήσει.

ΛυκαυγέςWhere stories live. Discover now