ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35

50 9 4
                                    

Σήμερα...

- Ανοίγει τα μάτια της! Συνέρχεται..., λέει ο κύριος Γιώργος, που δεν έχει πάψει στιγμή να κοιτάει την Ελευθερία με έκδηλη ανησυχία στο βλέμμα. Άντε, κορίτσι μου, μας κοψοχόλιασες και έμενα και τον ξάδερφό σου...

«Ξάδερφο; Ως ξάδερφος συστήθηκε, δηλαδή. Μάλιστα, ας παίξουμε έτσι το παιχνίδι. Δεν είναι ανάγκη να μάθει κάτι παραπάνω ο κυρ-Γιώργος». Με αυτές τις σκέψεις, ανοίγω επιτέλους τα μάτια μου, για να συναντήσω το ανήσυχο βλέμμα του αγαπημένου μου πελάτη και τον άντρα στον οποίο οφείλεται η ξαφνική μου λιποθυμία, τον ξάδερφό μου.

- Καλά είμαι, κυρ-Γιώργο, μην ανησυχείτε αδίκως. Απλώς, θα έπεσε η πίεσή μου, αυτό είναι όλο. Τώρα, νιώθω καλά.

- Δεν πιστεύω να κάνεις καμία από αυτές τις χαζοδίαιτες που κάνουν οι κοπέλες συνεχώς στις μέρες μας, ε;

- Όχι, όχι, σας είπα, η χαμηλή πίεσή μου πρέπει να φταίει. Θα βάλω λίγη πορτοκαλάδα στο στόμα μου και όλα θα πάνε καλά, επιμένω.

Όσο και αν συμπαθώ τον ηλικιωμένο κύριο που με συγκινεί με την φροντίδα του, την δεδομένη στιγμή θέλω όσο τίποτα άλλο να φύγει, για να μείνω μόνη με τον άνθρωπο που κοίταζε μέσα από το σκόπευτρο πριν από περίπου ένα χρόνο. Η είδηση που μου μετέφερε τόσο αθώα ο κύριος Γιώργος όσο του ετοίμαζα το τριαντάφυλλο - πού να ξέρει α άνθρωπος πόσο σημαντική είναι για μένα - δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας στους λόγους που ο άντρας που στέκεται πίσω από τον ηλικιωμένο βρίσκεται στο νησί. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι πώς με βρήκε. Η δολοφονία έγινε το πρωί, συνεπώς ο χρόνος δεν επαρκούσε για να ψάξει να με βρει. Οπότε, ήξερε συνεχώς πού είμαι...

- Έλα, Ελευθερία, πιες λίγο νερό, μιλάει για πρώτη φορά από την ώρα που ήρθε ο άντρας.

Είναι ιδέα μου ή πρόφερε το όνομά μου με ελαφρώς κοροϊδευτικό ύφος; Ανασηκώνομαι και παίρνω το ποτήρι νερό που μου προσφέρει. Νιώθω ότι ακουμπάει το χέρι μου λίγο περισσότερο από όσο χρειάζεται, σαν να θέλει να μου μεταφέρει κάποιο μήνυμα. Προφανώς, και εκείνος ανυπομονεί να μείνουμε μόνοι, χωρίς την συντροφιά του επίμονου κύριου Γιώργου.

- Ευχαριστώ, απαντάω, αλλά δεν ρισκάρω να τον προσφωνήσω με το όνομά του, αφού δεν γνωρίζω αν έχει συστηθεί με το πραγματικό του όνομα.

- Είσαι λίγο κίτρινη, σαν να είδες φάντασμα, Ελευθερία μου, ξαναμπαίνει στην συζήτηση ο κύριος Γιώργος. Να φέρω τον γιατρό, παιδί μου;

- Όχι, ήδη αισθάνομαι καλύτερα. Θα σας ετοιμάσω το λουλούδι σας, λέω κάνοντας να σηκωθώ.

- Τι λες, κόρη μου; Άστο το τριαντάφυλλο τώρα! Θα το πάρει η κυρά μου χωρίς φραμπαλάδες μια φορά, δεν θα την πειράξει δα! Θα πάω να φωνάξω την κυρά-Χρυσούλα να έρθει για να πάτε μαζί στο σπίτι, προσθέτει, κοιτώντας λίγο φιλύποπτα τον νεοφερμένο.

- Δεν είναι ανάγκη να μπείτε στον κόπο, παρεμβαίνει τότε εκείνος. Θα ησυχάσει και θα την πάω εγώ στο σπίτι, σωστά Ελευθερία;

- Ναι, βεβαίως. Αφού είναι ο ξάδερφός μου εδώ, κύριε Γιώργο, δεν χρειάζεται να ανησυχείτε.

- Και από πού είστε του λόγου σας; Η Ελευθερία μας δεν είχε άλλους επισκέπτες από τότε που ήρθε κοντά μας, ρωτάει περισσότερο από ανησυχία παρά από περιέργεια.

- Τότε κατανοώ την προσπάθειά σας να την προστατεύσετε, αποφεύγει να απαντήσει ο άντρας. Όπως θα σας διαβεβαιώσει και η ίδια, όμως, δεν υπάρχει καμία τέτοια ανάγκη στην περίπτωσή μου. Είναι η αγαπημένη μου ξαδέρφη, την πεθύμησα και ήρθα να την δω. Θέλω να της πω και κάτι νέα, οικογενειακά, καταλαβαίνετε..., προσθέτει ελπίζοντας ότι ο ηλικιωμένος θα πάρει το μήνυμα και θα μας αφήσει μόνους.

Δεν ξέρω αν είναι το ήρεμο βλέμμα και η ευγένεια του άντρα που πείθει τον κυρ-Γιώργο ή η δική μου φαινομενική ηρεμία, αλλά τελικώς ανασηκώνει τους ώμους, μου δίνει ένα φιλί στο μέτωπο, πατρικές συμβουλές να προσέχω την υγεία μου και φεύγει.

- Επιτέλους μόνοι..., Ελευθερία!

Αυτή την φορά δεν είναι η ιδέα μου, είμαι σίγουρη ότι όταν λέει το όνομά μου, το όνομα που χρησιμοποιώ πλέον, τέλος πάντων, έχει ύφος ειρωνικό. Πέρα από αυτό, ωστόσο, στον τόνο της φωνής του διακρίνω και θυμό. Μα, γιατί μπορεί να είναι θυμωμένος μαζί μου;

ΛυκαυγέςWhere stories live. Discover now