ΚΕΦΑΛΑΙΟ 72

59 7 11
                                    

Αισθάνομαι αίμα να κυλάει στο πρόσωπό μου, αλλά δεν νιώθω πόνο. Ταυτοχρόνως, συνειδητοποιώ ότι η λαβή του Βαλιώτη έχει χαλαρώσει. Πέφτει στο πάτωμα, μα πριν παρασύρει και εμένα μαζί του, με πιάνει ο Πέτρος και με απομακρύνει από κοντά του.

- Φοβήθηκα ότι δεν θα σε ξαναδώ..., λέω τρέμοντας.

- Ευτυχώς, έπεσες έξω! Δεν θα συγχωρούσα τον εαυτό μου αν πάθαινες κάτι, μου λέει και με αγκαλιάζει.

Στεκόμαστε για λίγο έτσι. Έχω ανάγκη να ηρεμήσω, να συνειδητοποιήσω ότι δεν είναι όνειρο όλο αυτό. Πράγματι, είναι εδώ ο Πέτρος. Όλα έχουν πλέον τελειώσει.

- Τον σκότωσες; ρωτάω δειλά, καθώς αδυνατώ να πιστέψω ότι το ακίνητο σώμα που βρίσκεται ξαπλωμένο με ορθάνοιχτα άψυχα μάτια μπροστά στο παράθυρο ανήκει στο κάθαρμα που προκάλεσε τόσο πόνο σε τόσους ανθρώπους.

- Ήταν η πιο δύσκολη βολή που έχω κληθεί ποτέ να εκτελέσω, αλλά μάλλον, όπως βλέπεις, είναι νεκρός. Μισό λεπτό, να ελέγξω, για να είμαστε σίγουροι..., μου απαντάει και κινείται προς το ξαπλωμένο ακίνητο σώμα.

- Όχι, μην με αφήνεις! τον σταματάω πριν κινηθεί. Ο Μάριος..., ξεκινάω να λέω, αλλά με διακόπτει πριν προλάβω να αποτελειώσω την φράση μου.

- Ξέρω! Τον βρήκαμε νεκρό κατά την έρευνα πριν αρχίσει η συμπλοκή. Ο ανόητος πίστεψε ότι μπορεί να κάνει συμφωνία με τον διάβολο και να την βγάλει καθαρή, λέει και μια πικρία χρωματίζει την φωνή του.

Θα ήθελα να μείνω για πάντα μέσα στην αγκαλιά του, αλλά νιώθω τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν. Τα πόδια μου λυγίζουν και ο πόνος από το τραυματισμένο χέρι μου με διαπερνάει. Βογγάω, προκαλώντας ανησυχία στον Πέτρο.

- Το τέρας! Σε τραυμάτισε άσχημα...

- Δεν είναι τίποτα! Πάρε με από εδώ μέσα, σε παρακαλώ! Σιχαίνομαι τα πάντα γύρω μου...

Με πιάνει σφιχτά και με οδηγεί προς την έξοδο, από όπου ακούγονται να έρχονται οι αστυνομικοί που είχαν βγει στην αυλή αποπροσανατολίζοντας ουσιαστικά τον Βαλιώτη. Αδύναμη, ρίχνω όλο το βάρος μου πάνω του. Ενστικτωδώς, νιώθω ότι κάτι δεν πάει καλά πριν ακόμα ακούσουμε ένα ανεπαίσθητο θόρυβο. Ίσα που προλαβαίνω να στρέψω το βλέμμα μου πίσω. Η εικόνα που αντικρύζω με τρομάζει. Σε μια τελευταία πιθανόν προσπάθεια εκδίκησης, το τέρας, που προφανώς είναι βαριά τραυματισμένο μα όχι νεκρό, ανασηκώνει το όπλο του και απειλεί προς το μέρος μας.

- Όχι! ουρλιάζω και πέφτω μπροστά στον Πέτρο, καλύπτοντάς τον με το σώμα μου.

Νιώθω ένα έντονο κάψιμο στο στήθος. Κοιτάω και αντιλαμβάνομαι αίμα που απλώνεται γρήγορα στο ρούχο μου. Βλέπω με την άκρη του ματιού μου τον Πέτρο να πυροβολεί τον Βαλιώτη, αν και είναι πλέον μάλλον ανώφελο. Το τέρας σπατάλησε την τελευταία ανάσα του για να κάνει πάλι κακό και αμέσως αφού έριξε με το όπλο του έγειρε στο πάτωμα, παραδίδοντας τον εαυτό του στην Κόλαση από την οποία σίγουρα προήρθε.

Νιώθω μια απόκοσμη ηρεμία να απλώνεται. Σαν να έχω αποσπαστεί από το σώμα μου, βλέπω τον Πέτρο να πέφτει μαζί μου στο έδαφος και να με παίρνει στην αγκαλιά του. Μπαίνουν στο δωμάτιο αστυνομικοί, μιλάνε, αλλά δεν ακούω τίποτα. Δεν αισθάνομαι πόνο, δεν αισθάνομαι τίποτα απολύτως. Όλα μοιάζουν σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας. Τα παρακολουθώ από κάπου ψηλά στο δωμάτιο, σαν να μην βρίσκομαι τραυματισμένη στο πάτωμα.

«Έτσι, λοιπόν, είναι ο θάνατος;» σκέφτομαι και βυθίζομαι στο σκοτάδι.

ΛυκαυγέςWhere stories live. Discover now