Κεφάλαιο 20

12 2 0
                                    

Όταν ο Κωνσταντής τελείωσε τη βραδινή του βάρδια αντί να πάει όπως οι υπόλοιποι συνάδελφοι του στην κουκέτα του, για να ξαπλώσει και να ξεκουραστεί, προτίμησε να ανηφορίσει προς τη γέφυρα του πλοίου για να καθίσει δίπλα στον Σταύρο, τον έμπειρο ασυρματιστή του πλοίου.

Από τότε που ο Σταύρος προσφέρθηκε να εκπαιδεύσει τον Κωνσταντή και να του δανείσει όλα τα εγχειρίδια που θα χρειαζόταν να μελετήσει, εκείνος με τη σειρά του αποφάσισε να ακολουθήσει ένα αυστηρό και κοπιαστικό πρόγραμμα προκειμένου να τα καταφέρει αλλά και να μην απογοητεύσει το μέντορα του. Φτάνοντας στη γέφυρα του πλοίου ο Κωνσταντής καλησπέρισε το βετεράνο ασυρματιστή:

«Καλησπέρα Σταύρο!»

«Καλησπέρα Κωνσταντή! Πως κι από δω; Νόμιζα ότι μετά τη βάρδια σου θα πήγαινες στην καμπίνα σου για να ξεκουραστείς.»

«Αυτή τη στιγμή προέχει να με εκπαιδεύσεις. Δεν έχουμε πολύ χρόνο ακόμα. Είναι θέμα ημερών να φτάσουμε στον Πειραιά Σταύρο.»

«Καταλαβαίνω Κωνσταντή το μεράκι σου να τα καταφέρεις. Όμως είναι 4 μετά τα μεσάνυχτα. Μήπως θα ήταν καλύτερα να ξεκουραστείς για λίγο;» ρώτησε με μία σχεδόν πατρική στοργή τον Κωνσταντή ο έμπειρος μαρκόνης.

«Θα κάνω μερικές μέρες ακόμα υπομονή. Άλλωστε χωρίς κόπο δεν πρόκειται να τα καταφέρω ποτέ μου. Δε συμφωνείς;» ρώτησε τότε ο Κωνσταντής.

«Εντάξει λοιπόν. Όπως και να το κάνουμε πρέπει να επιμείνουμε όσο το δυνατόν περισσότερο. Τουλάχιστον με αυτό τον τρόπο θα περάσει πιο ευχάριστα και η δική μου βάρδια.» αποκρίθηκε ο ασυρματιστής συμφωνώντας στο τέλος με τον Κωνσταντή, ενώ ύστερα, συνέχισε την κουβέντα του λέγοντας:

«Θες να πιείς λίγο τζίν;» ρώτησε δείχνοντας το μπουκάλι στο ράφι από πάνω του.

«Θα προτιμούσα να πιω έναν καφέ για να ξενυστάξω.»

«Όπως θες.» απάντησε ο Σταύρος και αφού ο Κωνσταντής έψησε έναν καϊμακλίδικο καφέ στη συνέχεια τράβηξε κοντά του μία καρέκλα που βρισκόταν παραδίπλα και κάθισε δίπλα από τον Σταύρο. Σχεδόν ακαριαία η ματιά του καρφώθηκε στην εικονίτσα που βρισκόταν όπως πάντα μπροστά από την κονσόλα. Ήταν μια εικόνα της Κοίμησης της Θεοτόκου. Σε αυτήν οι Άγιοι Απόστολοι βρίσκονταν τριγύρω από το ιερό σκήνωμα της Παναγίας ενώ από πάνω στεκόταν ο Χριστός πλαισιωμένος από δύο αγγέλους.

Ο Κωνσταντής έμεινε να την κοιτάζει για λίγο και στη συνέχεια ρώτησε τον Σταύρο με μία σχεδόν παιδική αθωότητα στη φωνή του:

Ζωή μέσα από σαράντα κύματαOù les histoires vivent. Découvrez maintenant