Κεφάλαιο 37

8 2 0
                                    

Σαν από ένστικτο ή ακόμα καλύτερα διαισθανόμενος κάποιο θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε, ο Κωνσταντής δίχως να κάνει τον παραμικρό θόρυβο έκανε ένα νεύμα στην Κατερίνα και εκείνη ανταποκρίθηκε αμέσως. Η νεαρή κοπέλα είχε κρυφτεί πίσω από έναν πέτρινο τοίχο ενώ την ίδια ώρα ο Κωνσταντής είχε μείνει ακλόνητος στη θέση του περιμένοντας να δει ποιος θα εμφανιζόταν μπροστά του.

Μένοντας στη θέση του μπορούσε να ακούσει τον ήχο των βημάτων που τον πλησίαζαν ολοένα και περισσότερο, πάνω στο πέτρινο πάτωμα και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να υποθέτει ποιος τον ζύγωνε. Πράγματι τα βασανιστικά αυτά δευτερόλεπτα πέρασαν και αφού διέσχισε την είσοδο της αποθήκης ένας άγνωστος άντρας έκανε την εμφάνισή του μόλις μερικά βήματα από τον Κωνσταντή.

Από το παρουσιαστικό του ο Κωνσταντής μπορούσε να συμπεράνει ότι ο άντρας εκείνος ήταν πάνω κάτω πέντε χρόνια μεγαλύτερος του. Το ξανθό χρώμα των μαλλιών του φλέρταρε αν μη τι άλλο με το χρώμα των καλοκαιρινών σταχιών ενώ το κορμί του ήταν αρκετά δυνατό και σφιχτοδεμένο. Αυτό όμως που έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση στον Κωνσταντή ήταν το κοίταγμα από τα γουρλωμένα μάτια του που θύμιζαν στον Κωνσταντή όμοια και απαράλλαχτα κάποιο άγριο αρπακτικό. Το στομάχι του Κωνσταντή σφίχτηκε για μερικά δευτερόλεπτα.

Παρασυρόμενος από κάποιο ένστικτο αυτοπροστασίας ο Κωνσταντής έσφιξε τις γροθιές του για να είναι έτοιμος να χτυπήσει αν χρειαζόταν. Ξαφνικά ο άγνωστος άντρας τέντωσε το αριστερό του χέρι ευθεία μπροστά δείχνοντας τον Κωνσταντή με τον δείκτη του χεριού του ενώ ταυτόχρονα φώναξε μη ελέγχοντας τα νεύρα του.

«Νομίζεις ότι με τους παράδες σου μπορείς να αγοράσεις τα πάντα;»

Ο Κωνσταντής έμεινε να κοιτά εμβρόντητος τον άγνωστο άντρα δίχως να απαντά ενώ ήταν σίγουρος ότι αυτή η συνάντησή τους δεν θα απέβαινε σε καλό.

«Σε ρωτάω ρε! Απάντησε μου! Νομίζεις ότι θα ανεχτώ να έρχεσαι στον τόπο μου και να με ντροπιάζεις μπροστά σε όλους; Αυτό το μέρος το ορίζω εγώ. Όχι εσύ! Κι αυτό που μου έκανες θα το πληρώσεις ακριβά!» κραύγασε ενώ το πρόσωπο του ήταν αναψοκοκκινισμένο από το θυμό. Ακόμα ο άγνωστος άντρας δε σταμάτησε μονάχα στις απειλές, αφού με μια γρήγορη κίνηση του δεξιού χεριού του αποκάλυψε το κρυμμένο μαχαίρι που είχε πάνω του. Στη συνέχεια με μια κίνηση του ο άντρας αυτός προσπάθησε να καρφώσει με μια πλαϊνή του κίνηση τα πλευρά του Κωνσταντή. Για καλή του τύχη όμως ο Κωνσταντής βούτηξε απότομα αποφεύγοντας τη μαχαιριά και στη συνέχεια χτύπησε με το γόνατο του τον άγνωστο χαμηλά στην κοιλιά. Ο άγνωστος τότε για μια στιγμή σφίχτηκε και ο Κωνσταντής χτύπησε το χέρι του αντιπάλου του ώστε το μαχαίρι που πριν από λίγο κρατούσε έπεσε κατάχαμα. Η Κατερίνα η οποία παρέμενε από ώρα κρυμμένη παρακολουθούσε εμβρόντητη.

Για μια στιγμή ο Κωνσταντής γλύτωσε τον κίνδυνο του μαχαιριού όμως ο άντρας εκείνος αφού γράπωσε τον Κωνσταντή από τη μέση βούτηξε στο πάτωμα παρασύροντας τον μαζί του. Ήταν πια φανερό ότι ο καυγάς είχε μεταφερθεί στο πάτωμα όπου οι δυο άντρες κυλιόντουσαν και χτυπιούνταν με τις γροθιές και όποιο άλλο μέρος του σώματος τους μπορούσαν ο ένας τον άλλο.

Μια καλοζυγισμένη γροθιά του αγνώστου που έσκισε το φρύδι του Κωνσταντή κατάφερε να τον ζαλίσει αρκετά δίνοντας την ευκαιρία στον άγνωστο να στριμώξει τον Κωνσταντή πάνω σε ένα κρασοβάρελο. Έτσι λοιπόν αφού ο άγνωστος άντρας κατάφερε να περιμαζέψει το μαχαίρι του από το πάτωμα ετοιμάστηκε να δώσει το θανάσιμο χτύπημα στον Κωνσταντή. Όμως λίγο πριν το μαχαίρι βρει την καρδιά του Κωνσταντή ο άγνωστος άντρας σταμάτησε απότομα βγάζοντας έναν επιθανάτιο ρόγχο ενώ μερικές σταγόνες αίματος έτρεξαν από την άκρη του στόματος του και έσταξαν πάνω στο πουκάμισο του Κωνσταντή λερώνοντας το. Για καλή του τύχη ο Κωνσταντής είχε αποδειχτεί γρηγορότερος και είχε καταφέρει να τραβήξει γρηγορότερα το δικό του κρυμμένο στη ζώνη του μαχαίρι και να καρφώσει τον αντίπαλο του χαμηλά στην κοιλιά.

Με μια ακόμα κίνηση ο Κωνσταντής κάρφωσε πέρα για πέρα από τη μία άκρη στην άλλη την κοιλιά του άγνωστου άνδρα για να τραβήξει στη συνέχεια το μαχαίρι έξω από το θανάσιμο τραύμα αποκαλύπτοντας την κυρτή λάμα του μαχαιριού.

Στη συνέχεια μια δυνατή σουβλιά τάραξε το κεφάλι του Κωνσταντή κάνοντας τον να κουνηθεί νευρικά πάνω στα μαξιλάρια στα οποία καθόταν ενώ την ίδια ώρα η λάμπα πετρελαίου του τεκέ τρεμόπαιζε πάνω από το κεφάλι του έτοιμη να σβήσει οριστικά. Με μια κίνηση του αριστερού του χεριού ο Κωνσταντής σκούπισε τον ιδρώτα από το υγρό μέτωπο του ενώ ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά απέναντι του και βλέποντας τον ύπαρχο του πλοίου να πίνει αρχοντικά τη ρακή του επανήλθε στη θέση της. 

Ζωή μέσα από σαράντα κύματαWhere stories live. Discover now