Κεφάλαιο 26

13 2 0
                                    

Το επόμενο πρωί ο ήλιος τρύπωσε από το στενό παραθυράκι της κάμαρας όπου ο Κωνσταντής πέρασε το βράδυ του και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, κατόρθωσε να τον ξυπνήσει χαϊδεύοντας του στοργικά το πρόσωπο σαν το χέρι μιας απλής καθημερινής μάνας. Χωρίς ακόμα να κουνηθεί, ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στο χώρο, μπόρεσε να δει το φόρεμα της κοπέλας που είχε περάσει το βράδυ μαζί του, πεταμένο πάνω στο κάγκελο του κρεβατιού ενώ σε μια καρέκλα παραπίσω ήταν στοιβαγμένη η στολή και το πηλίκιο του.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή η κοπέλα δεν είχε ακόμα ξυπνήσει ενώ ακόμα κοιμόταν ακουμπώντας πάνω στο σφριγηλό στήθος του Κωνσταντή. Εκείνος όμως, σε μια προσπάθεια του να αλλάξει θέση και να βολευτεί λίγο καλύτερα, άθελα του ξύπνησε την κοπέλα που κοιμόταν. Έτσι η ματιά του αποτραβήχτηκε από τη στενή και λιτή κάμαρα όπου είχε διανυκτερεύσει το προηγούμενο βράδυ και καρφώθηκε πάνω στη νεαρή κοπέλα που φαινόταν ότι ακόμα δεν ήταν διατεθειμένη να εγκαταλείψει το ζεστό της κρεβάτι.

Ο Κωνσταντής πέρασε το χέρι του μέσα από τα μαύρα της μαλλιά, χάιδεψε το κεφάλι της ενώ στη συνέχεια αφού ανασηκώθηκε τη φίλησε στην πλάτη. Λόγω της δουλειάς του, είχε συνηθίσει αρκετές φορές να ξυπνάει πριν καλά καλά ξημερώσει, όταν τα αστέρια ακόμα χόρευαν στο σκοτεινό ουρανό και έτσι δεν ένιωθε την ίδια επιτακτική ανάγκη να χουζουρέψει ανέμελα στο κρεβάτι μέχρι να σηκωθεί όπως και εκείνη. Έτσι, δίχως να καθυστερήσει περισσότερο, σηκώθηκε από το κρεβάτι και αφού πήρε τα ρούχα του από τη διπλανή καρέκλα ξεκίνησε σιγά σιγά να ντύνεται.

Λίγο αργότερα, παρασυρμένη από τη βιασύνη και την παρορμητικότητα του Κωνσταντή και η Νικόλ, αποφάσισε να παρατήσει με μισή καρδιά τη θαλπωρή και τη θέρμη του κρεβατιού της. Σηκώθηκε και όπως ήταν γυμνή πήγε και φίλησε τον Κωνσταντή στο στόμα ενώ αμέσως μετά άνοιξε το ράδιο που βρισκόταν στο διπλανό έπιπλο για να ξεκινήσει τη μέρα της ακούγοντας μουσική. Αμέσως μετά αφού μάζεψε τα διασκορπισμένα ρούχα της άρχισε κι αυτή να ντύνεται κάπως βαριεστημένα και νωχελικά.

«Είκοσι λίρες θα μου δώσεις για τις υπηρεσίες μου.» είπε η Νικόλ χαμογελώντας πονηρά στον Κωνσταντή.

«Όπως τα συμφωνήσαμε.» τη διαβεβαίωσε ο Κωνσταντής ο οποίος στη συνέχεια αφού έβγαλε το πορτοφόλι του, έδωσε το ποσό στη μέχρι το προηγούμενο βράδυ άγνωστη νεαρή που ασκούσε το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου, σαγηνεύοντας τους ναυτικούς που έπιαναν λιμάνι στη Σλιέμα.

«Γιατί διάλεξες εμένα απ' όλους τους άλλους στην παρέα Νικόλ;» ρώτησε ο Κωνσταντής.

«Για τα νιάτα και το σφριγηλό σου κορμί αγάπη. Γιατί άλλο φυσικά;» απάντησε με μια φυσικότητα στη φωνή της η κοπέλα.

«Είναι ώρα να πηγαίνω Νικόλ. Με περιμένουν στο πλοίο.» είπε ο Κωνσταντής.

«Καταλαβαίνω. Όποτε όμως σε ξαναβγάλει ο δρόμος από τη Σλιέμα να έρθεις και να με βρεις.» είπε η Νικόλ με έναν αισθησιακό τόνο στη φωνή της.

«Καλά.» είπε ο Κωνσταντής και κίνησε να φύγει μα πριν να φτάσει στη σκάλα η κοπέλα του έφραξε το δρόμο και τον φίλησε ξανά.

«Στο καλό!» είπε η κοπέλα ενώ ο Κωνσταντής ο οποίος είχε ήδη αρχίσει να κατηφορίζει τη σκάλα σε λίγο θα έβγαινε έξω, στον πλακόστρωτο δρόμο. Ο ήλιος που πριν από λίγη ώρα τον είχε ξυπνήσει ήταν αρκετά θαμπός και ανίσχυρος ενώ τώρα, οι αδύναμες αχτίδες του, παράβγαιναν με το σιγανό ψιχάλισμα για το ποιος τελικά θα επικρατήσει. Παρόλο που τα βήματα του Κωνσταντή κατέληγαν στο βρεγμένο δρόμο αφήνοντας πίσω τους κάθε φορά ένα χαρακτηριστικό πάφλασμα τελικά κατόρθωσαν να τον οδηγήσουν στο ταχυδρομείο της πόλης που βρισκόταν πάνω σε μια πλατεία με ένα ηλιακό ρολόι.

Απ' όταν έφυγε από το δωμάτιο της Νικόλ μαύρες και απαισιόδοξες σκέψεις κατέκλυσαν το μυαλό του Κωνσταντή. Σκέψεις σχετικές με την ευτέλεια των ανθρωπίνων σχέσεων, τη ματαιότητα της ζωής και τον τελικό σκοπό που έχει ο καθένας μας στη ζωή του. Αντικρίζοντας λοιπόν το διπλανό ταχυδρομείο, ο Κωνσταντής επέλεξε να βρει μια κάποια θαλπωρή στο τελευταίο φρούριο της ανθρώπινης ψυχής που για εκείνον δεν ήταν άλλο από την οικογένεια. Έτσι, αποφάσισε να γράψει και να στείλει ένα γράμμα στο θείο του, το Μιχάλη ο οποίος σίγουρα θα είχε αντιμετωπίσει παλιότερα τα ίδια διλλήματα και σκέψεις με τον ανιψιό του.

Ζωή μέσα από σαράντα κύματαWhere stories live. Discover now