3

715 109 44
                                    

still Taehyung's P.O.V.

Μόλις τελείωσε το σχολείο, πήρα την τσάντα μου και έφυγα γρήγορα πριν προλάβει να με δει και ίσως να με ακολουθήσει ο Jungkook. Ξεκίνησα να ανεβαίνω την ανηφόρα που οδηγούσε στο μοναστήρι. Ήταν περίπου δύο με τρεις ώρες με τα πόδια, όχι με πολύ γρήγορο βήμα, γιατί συνήθως δεν ανυπομονούσα να πάω. 

Μετά από περίπου δυόμιση ώρες έφτασα μπροστά στην εξωτερική πύλη του μοναστηριού. Ο Tam Yong-Jin, ο "αρχηγός" του μοναστηριού, με υποδέχτηκε. "Αδερφέ Taehyung, πώς ήταν το σχολείο σήμερα;". "Πως να ήταν; Σκατά". "Aish! Μην βωμολοχείς αδερφέ". Δεν μας παρατά και αυτός; Ανέβηκα στο μικρό μου δωμάτιο και μάζεψα τα λιγοστά ρούχα μου βάζοντας τα μέσα στην τσάντα του σχολείου, η οποία έμεινε έγκυος σε οκτάδυμα με αυτή μου την κίνηση. 

Η πόρτα του δωματίου χτύπησε τρεις φορές και ύστερα άνοιξε. Ο Pok Seo-Jun, συνομίληκος μου και κάπως φίλος μου, μπήκε μέσα στο δωμάτιο και κοίταξε έκπληκτος την τσάντα με τα ρούχα. "Τι κάνεις εκεί, Taehyung;". Με ρώτησε λες και έκανα φόνο. "Θα φύγω, δεν μπορώ να ζω άλλο εδώ μέσα". 

Με κοίταξε στα μάτια και μου ζήτησε να επαναλάβω. "Θα φύγω σου λέω, δεν αντέχω άλλο τον τρόπο ζωής εδώ μέσα. Νιώθω πως πνίγομαι, θα είναι καλύτερα αν ζω μακριά από εδώ". "Που θα πας; Πως θα ζήσεις μόνος σου; Είσαι ένα μικρό παιδί, όπως και εγώ. Ούτε εγώ δεν περνάω καλά εδώ, αλλά δεν μπορώ να ζήσω έξω μόνος. Είναι πολύ επικίνδυνα". 

"Εδώ είναι πιο επικίνδυνα με όλους αυτούς να μου την πέφτουν όλη μέρα προσπαθώντας να με αγγίξουν με άσχημο τρόπο" φώναξα. "Σςςςς!" μου είπε βάζοντας το δάχτυλο του μπροστά στα χείλη του. Αλλά βέβαια, αυτός δεν είχε πρόβλημα. Του άρεσε. Και μετά θέλει να πάει και στον Παράδεισο. 

Έκλεισα τα φερμουάρ της φουσκωμένης τσάντας μου και την φόρεσα στους ώμους μου. "Tae, ξανασκέψου το. Σκέψου και εμένα. Τι θα κάνω εδώ μόνος, χωρίς εσένα; Είσαι ο μόνος άνθρωπος που με καταλαβαίνει και μπορώ να του μιλάω για τα πάντα". "Θα σου πρότεινα να έρθεις μαζί μου, αλλά δεν τολμάς. Είσαι ένα δειλό μωρό!". Έπρεπε να του το πω, γιατί αν δεν του το έλεγα εγώ, δεν θα το έλεγε κανείς. 

Τα μάτια του άρχισαν να βουρκώνουν. Αλλά εγώ δεν λυπάμαι τίποτα και κανέναν. Είμαι σκληρός, ευτυχώς ή δυστυχώς. 

Τον εαυτό μου θα έπρεπε να λυπάμαι, όχι εκείνον που θα μείνει μόνος τώρα. Ας είχε το θάρρος να φύγει και εκείνος.

"Σε παρακαλώ, Taehyung, σε ικετεύω". "Δεν πρόκειται να σε λυπηθώ!". 

Τον έσπρωξα για να μπορέσω να βγω από το μέχρι τώρα δωματιάκι μου. "Όχι, μείνε! Σε παρακαλώ, θα κάνω ότι θες". 

"Αντίο". Κατέβηκα την στριφογυριστή σκάλα και βγήκα στην αυλή. Ευτυχώς δεν με είδε κανείς την ώρα που έφευγα. Επιτέλους, έφευγα μακριά από αυτόν τον εφιάλτη. Δεν πρόκειται να ξαναγυρίσω.

Ποτέ. 

Καθώς περπατούσα τον σκεφτόμουν συνέχεια εκείνον τον βλάκα. Γιατί τον σκεφτόμουν; Δεν έπρεπε να τον σκέφτομαι. Είναι λάθος να τον σκέφτομαι. Δεν έχει τίποτα ενδιαφέρον επάνω του για να αξίζει να βρίσκεται μέσα στο κεφάλι μου. 

Έφτασα σε μία διασταύρωση, στην οποία υπήρχε μία πινακίδα που έλεγε "Cabaret, new girls". Γέλασα διαβάζοντας την καθώς ήξερα ακριβώς τι εννοούσε με το new girls. Το είχα δει σε μία ταινία μαζί με τους θετούς μου γονείς. 

Συνέχισα να κατηφορίζω καθώς κοιτούσα τον ουρανό και τα πουλιά που πετούσαν κάνοντας ήχο. Ένα πολύχρωμο αερόστατο πέρασε από ανάμεσα τους. Σκέφτηκα τους γονείς μου. Μου είχαν υποσχεθεί πως θα ανεβαίναμε σε αερόστατο όταν θα γινόμουν 8 χρονών αλλά είχαν πεθάνει μέχρι τότε... 

Περπατούσα μέχρι που έφτασα σε ένα σημείο που δεν είχα ξαναπάει ποτέ. Δεν ήξερα που ήταν, ήταν όμως πολύ ωραία. Ήταν ήρεμα σε εκείνο το μικρό δασάκι. Ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν μερικά σκιουράκια και τρεχούμενο νερό.

Όλο το μέρος κάτω ήταν γεμάτο με τα ξερά φύλλα των δέντρων. Είχε τόσο πολύ ησυχία, το λάτρεψα εκείνο το μέρος. "Λοιπόν, αυτό είναι το καινούργιο μου στέκι" μονολόγησα. Έβγαλα την τσάντα μου και την πέταξα κάτω. 

Ξάπλωσα κάτω με κλειστά τα μάτια μέχρι που άκουσα περπάτημα επάνω στα φύλλα. Σηκώθηκα όρθιος. "Μωρό μου, τι κάνεις εδώ μόνος;" άκουσα μία παράξενη φωνή, που δεν κατάλαβα αν ήταν αντρική ή γυναικεία. Πήρα την τσάντα μου ενώ προσπαθούσα να εντοπίσω τον ιδιοκτήτη αυτής της φωνής.

Μόλις άκουσα τα βήματα να με πλησιάζουν άρχισα να τρέχω για να απομακρυνθώ, μέχρι που βγήκα από εκείνο το δασάκι. Ήμουν λαχανιασμένος. Έπεσα στα  γόνατα προσπαθώντας να ηρεμήσω. Τουλάχιστον βγήκα ζωντανός, θα μπορούσε να είναι φάντασμα αυτή η φωνή. Ή εξωγήινος. Και να με έκανε και μένα εξωγήινο. Θεέ μου, πάλι καλά που βγήκα από εκεί μέσα. 



𝖳𝗁𝖾 𝖠𝗋𝗍 𝗈𝖿 𝖬𝖾𝗇𝖽𝗂𝗇𝗀 𝖺 𝖻𝗋𝗈𝗄𝖾𝗇 𝗁𝖾𝖺𝗋𝗍 || 뷔국Where stories live. Discover now