Κεφάλαιο 209

7.7K 142 23
                                    

Ο Χάρρυ και ο πατέρας μου κάθονται και οι δυο στο τραπέζι της κουζίνας όταν βγαίνω βιαστικά από το μπάνιο με το κινητό του Χάρρυ στα χέρια μου.

«Κοντεύω να μαραζώσω εδώ πέρα μωρό μου!» Ο Χάρρυ λέει όταν τους φτάνω. Ακουμπώ τα χέρια μου στην πλάτη της καρέκλας του και αυτός γέρνει το κεφάλι του πίσω, τα υγρά μαλλιά του αγγίζουν τα δάχτυλά μου.

«Οπότε προτείνω να φτιάξεις κάτι να φας.» Λέω απότομα. Αφήνω το κινητό του κάτω μπροστά του και αυτός σηκώνει το βλέμμα να με κοιτάξει με μια ουδέτερη έκφραση.

«Εντάξει...» Σηκώνεται για να πάει προς το ψυγείο. «Πεινάς;» Ρωτάει.

«Έχω αυτά που μου περίσσεψαν από το Applebee." Λέω.

«Έχεις θυμώσει που τον πήρα να πιει μαζί μου σήμερα;» Ο πατέρας μου ρωτάει.

«Δεν έχω θυμώσει αλλά δεν θέλω να γίνει συχνό φαινόμενο.»

«Δεν θα γίνει, εξάλλου μετακομίζεις.» Μου υπενθυμίζει και εγώ κοιτάω απέναντι στο τραπέζι τον άνδρα που ξέρω μόλις για δύο μέρες τώρα. Δεν απαντάω, αντί γι αυτό σηκώνομαι δίπλα στον Χάρρυ και ανοίγω το ψυγείο.

«Τι θες να φας;» Τον ρωτάω. Με κοιτάζει με ανήσυχα μάτια, προσπαθώντας ξεκάθαρα να καταλάβει τη διάθεσή μου. 

«Απλά κοτόπουλο ή κάτι τέτοιο, ή μπορούμε απλά να παραγγείλουμε;»

«Ας παραγγείλουμε κάτι.» Αναστενάζω. Δεν θέλω να είμαι λιγομίλητη απέναντί του αλλά το μυαλό μου είναι μπερδεμένο με τις πιθανότητες του τι μπορεί να είχε στο κινητό του που ένιωσε την ανάγκη να το διαγράψει. Αφού ο Χάρρυ και ο πατέρας μου σταμάτησαν να λογομαχούν για το αν θα πάρουμε Κινέζικο ή πίτσα, ο Χάρρυ θέλει πίτσα και κερδίζει τον καυγά αφού υπενθυμίσει στον πατέρα μου ποιος θα πληρώσει γι αυτό. Ο πατέρας μου δεν φαίνεται προσβεβλημένος από τα πειράγματα του Χάρρυ, απλά γελάει ή τον πειράζει και αυτός.

Είναι περίεργο να το βλέπεις αλήθεια, να βλέπεις αυτούς τους δύο. Αφότου έφυγε ο πατέρας μου ονειροπολούσα γι αυτόν όταν έβλεπα τους φίλους μου με τους πατέρες τους. Είχα φτιάξει μια εικόνα του άνδρα που μου θύμιζε αυτόν που με είχε μεγαλώσει, μοναχά κάποιος μεγαλύτερο, όχι έναν άστεγο μεθύστακα. Πάντα τον φανταζόμουν να κουβαλά μια βαλίτσα γεμάτη με σημαντικά έγγραφα, να περπατά στον αυτοκίνητό του το πρωί, με μια κούπα καφέ στα χέρια. Δεν είχα φανταστεί πως θα πίνει ακόμη και πως δεν θα είχε μέρος να μείνει. Δεν μπορώ να φανταστώ τη μητέρα μου και αυτόν τον άνδρα να συζητούν, πόσο μάλλον να περάσουν χρόνια παντρεμένοι ο ένας τον άλλον.

After 3 - Greek TranslationΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα